Η άγρια αυτή ποικιλία ραδικιού είναι ταυτισμένη με την Κρήτη. Οι Βιοκαλλιεργητές Κουρουπάκη, μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση με έδρα το Φουρνέ Χανίων, καλλιεργεί από το 1998 με βιολογικό τρόπο το αυθεντικό cichorium spinosum, στους πρόποδες των Λευκών Ορέων Χανίων. Το σταμναγκάθι είναι πλούσιο σε αντιοξειδωτικές πολυφαινόλες Ω-3 λιπαρά οξέα και πρεβιοτικά ενώ περιέχει βιταμίνες (C και Ε), β-καροτένιο και γλουταθειονίνη καθώς και μέταλλα και ιχνοστοιχεία (σίδηρος, κάλιο, νάτριο, φώσφορος και μαγνήσιο). Έχει μεγάλες αντισηπτικές και αντιρρευματικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται επίσης ως χωνευτικό, αλλά και για τη βελτίωση της υγείας δέρματος. Η ελαφριά πικράδα του το καθιστά ιδανικό μεζέ για ρακή, ωμό ή βρασμένο με λίγο ελαιόλαδο και λεμόνι, αλλά μπορεί να μπει σε μαγειρευτά με κρέας, σε όσπρια και πίτες. Κι αν αναρωτιέστε από πού πήρε την ονομασία του, η εξήγηση έχει ενδιαφέρον: παλιά στα χωριά συνήθιζαν να κλείνουν το στόμιο της στάμνας με το αγκάθι που το περιβάλει όταν μεγαλώνει, για να προστατεύουν το νερό από τα ζωύφια.
Διαβαστε επισησ
Για ζουμερά συνοδευτικά πιάτα Είναι είδος ραδικιού με ιδιαίτερα γλυκιά γεύση, τρυφερά κοτσάνια με κόκκινο χρώμα και σκουροπράσινα μακριά φύλλα. Τα βρίσκουμε στα μανάβικα των ΑΒ από παραγωγούς της Αττικής, κυρίως από τον Μαραθώνα και τα Μέγαρα. Το κλασικό τους μαγείρεμα είναι βραστά, σερβιρισμένα με ελαιόλαδο, αλάτι και χυμό λεμονιού. Η νοστιμιά τους είναι διακριτική και δεν επιδέχεται πολλά κοντιμέντα, ωστόσο του ταιριάζουν τα απαλά ντρέσινγκ με λίγο σκόρδο αλλά και τα σκέτα λαδόξιδα με ένα καλής ποιότητας εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και ξίδι με απαλή γεύση, όπως το μηλόξιδο. Μια εξίσου ωραία ιδέα είναι να τα βράσουμε αλ ντέντε, να
Έκρηξη καλοκαιρινής νοστιμιάς Όταν ήμασταν παιδιά, σχεδόν κανείς μας δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα τις μπάμιες. Υπήρχε κάτι ενοχλητικό στη γεύση και στην υφή τους. Ευτυχώς, μεγαλώνοντας εκτιμήσαμε την αξία τους και τη νοστιμιά τους, κι έτσι εμπλουτίσαμε τα μαγειρέματά μας με νόστιμα φαγητά, με πρωταγωνιστή τις θαυμάσιες μπάμιες. Ένα μυστικό έχουν όλο κι όλο: το σωστό τους καθάρισμα, για να μη βγει έξω η «βλέννα» τους. Ξεφλουδίζουμε με μαχαιράκι το κοτσάνι τους, αφήνοντας έναν χαμηλό κώνο. Έπειτα τις αντίζουμε με ξίδι, τις απλώνουμε σε ένα ταψί και τις αφήνουμε για λίγες ώρες στον ήλιο, μέχρι να τις μαγειρέψουμε. Αν όμως θέλουμε
Για σαλάτες και μαγειρίτσες
Για ζουμερά συνοδευτικά πιάτα Είναι είδος ραδικιού με ιδιαίτερα γλυκιά γεύση, τρυφερά κοτσάνια με κόκκινο χρώμα και σκουροπράσινα μακριά φύλλα. Τα βρίσκουμε στα μανάβικα των ΑΒ από παραγωγούς της Αττικής, κυρίως από τον Μαραθώνα και τα Μέγαρα. Το κλασικό τους μαγείρεμα είναι βραστά, σερβιρισμένα με ελαιόλαδο, αλάτι και χυμό λεμονιού. Η νοστιμιά τους είναι διακριτική και δεν επιδέχεται πολλά κοντιμέντα, ωστόσο του ταιριάζουν τα απαλά ντρέσινγκ με λίγο σκόρδο αλλά και τα σκέτα λαδόξιδα με ένα καλής ποιότητας εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και ξίδι με απαλή γεύση, όπως το μηλόξιδο. Μια εξίσου ωραία ιδέα είναι να τα βράσουμε αλ ντέντε, να
Έκρηξη καλοκαιρινής νοστιμιάς Όταν ήμασταν παιδιά, σχεδόν κανείς μας δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα τις μπάμιες. Υπήρχε κάτι ενοχλητικό στη γεύση και στην υφή τους. Ευτυχώς, μεγαλώνοντας εκτιμήσαμε την αξία τους και τη νοστιμιά τους, κι έτσι εμπλουτίσαμε τα μαγειρέματά μας με νόστιμα φαγητά, με πρωταγωνιστή τις θαυμάσιες μπάμιες. Ένα μυστικό έχουν όλο κι όλο: το σωστό τους καθάρισμα, για να μη βγει έξω η «βλέννα» τους. Ξεφλουδίζουμε με μαχαιράκι το κοτσάνι τους, αφήνοντας έναν χαμηλό κώνο. Έπειτα τις αντίζουμε με ξίδι, τις απλώνουμε σε ένα ταψί και τις αφήνουμε για λίγες ώρες στον ήλιο, μέχρι να τις μαγειρέψουμε. Αν όμως θέλουμε
Για σαλάτες και μαγειρίτσες